ιντερλούδιο

ιντερλούδιο
το
δραματικό ιντερμέτζο*, μουσικό ή κινηματογραφικό, κατά τη διάρκεια ενός θεάματος.
[ΕΤΥΜΟΛ. Μεταφορά στην ελλ. ξεν. όρου, πρβλ. αγγλ. interlude < λατ. inter + ludus «παιχνίδι»].

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Нужен реферат?

Look at other dictionaries:

  • κίνα — Επίσημη ονομασία: Λαϊκή Δημοκρατία της Κίνας Έκταση: 9.596.960 τ. χλμ. Πληθυσμός: 1.284.303.705 κάτ. (2002) Πρωτεύουσα: Πεκίνο ή Μπεϊτζίνγκ (6.619.000 κάτ. το 2003)Κράτος της ανατολικής Ασίας. Συνορεύει στα Β με τη Μογγολία και τη Ρωσία, στα ΒΑ… …   Dictionary of Greek

  • ντιβερτιμέντο — (Μουσ.). Διάφορες μορφές μουσικής, ανάλογα με την εποχή, κατά κανόνα ζωηρές και εύθυμες. Σήμερα χαρακτηρίζει μια σύνθεση σε σοβαρό ύφος, αλλά ελεύθερη στη μορφή, όπως τα ν. του Μπάρτοκ, του Στραβίνσκι, του Προκόφιεφ. Στον 17o και 18o αι. ν.… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”